11. ΤΙΜΕΣ ΣΤΟΥΣ ΝΙΚΗΤΕΣ


Λένε πως κάποιος από τους Πέρσες αξιωματούχους, λiγο πριν αρχίσει η μεγάλη και κρίσιμη μάχη των Πλαταιών, είπε στο Μαρδόνιο: "Μαρδόνιε, πώς είναι δυνατόν να νικήσουμε τους Έλληνες, αυτούς τους παράξενους ανθρώπους, οι οποίοι δεν αγωνίζονται για να κερδίσουν χρυσάφι αλλά ένα κλαδάκι αγριελιάς;"

Η επίσημη βράβευση, η απονομή του κότινου, γινόταν κατά την πέμπτη και τελευταία μέρα των αγώνων στον πρόναο του ναού του Δiα.
Όταν ο ήλιος έριχνε τις πρώτες ακτίνες του πάνω από την ιερή Άλτη, με την ψυχή γεμάτη περηφάνια ξεκινούσαν οι νικητές για το ναό του Δία όπου θα γινόταν η επίσημη στέψη. Γύρω στο κεφάλι τους είχαν δεμένη μια πορφυρή μάλλινη ταινία και στο δεξί χέρι κρατούσαν κλαδί φοίνικα. Τα διακριτικά αυτά τα είχαν δεχτεί αμέσως μετά τη νίκη τους στο άθλημα που αγωνίστηκαν, από το χέρι του Ελλανοδίκη, ενώ ο κήρυκας διαλαλούσε το όνομά τους, το όνομα του πατέρα τους και της πατρίδας τους, και το πλήθος κραύγαζε συνεπαρμένο: Τήνελλα καλλίνικε (εύγε ένδοξε νικητή).
Στολισμένοι με τα σύμβολα της νίκης τους προχωρούσαν οι εκλεκτοί προς το ναό, ενώ ο κόσμος τους έραινε με φύλλα και άνθη. Μέσα στο ναό τα στεφάνια από κλαδί αγριελιάς, ο κότινος δηλαδή, περίμεναν έτοιμα πάνω στη χρυσελεφάντινη τράπεζα, έργο του γλύπτη Κολώτη.
Μπροστά στο ναό του Δία συγκεντρώνονταν οι νικητές, ενώ γύρω τους συγγενείς, φίλοι και πλήθος κόσμου συνωστίζονταν για να παρακολουθήσουν την τελετή. Οι ολυμπιονίκες ένας- ένας ανέβαιναν στον πρόναο και στεφανώνονταν με το τιμημένο έπαθλο. Η τελετουργία αυτή είχε την έννοια μιας μυστικής επικοινωνίας θεότητας και ανθρώπου. Το στεφάνι σήμαινε πάντα τη μεταβίβαση των δυνάμεων που επενεργούν στη βλάστηση σ' αυτόν που το φοράει. Ο νικητής λογιζόταν ευνοούμενος των θεών, γιατί μόνο χάρη στη βοήθειά τους μπόρεσε να πετύχει τη νίκη.
Η γιορτή έκλεινε με το εορταστικό συμπόσιο που παρέθεταν οι Ηλείοι στο Πρυτανείο τους για να τιμήσουν τους νικητές. Σιγά-σιγά, καθώς η νύχτα έπεφτε αργά πάνω από την Άλτη, η γενική χαρά κορυφωνόταν και τα τραγούδια των νικητών και των συντρόφων τους πλημμύριζαν την κοιλάδα του Αλφειού.
Το άλλο πρωί όλοι έπαιρναν το δρόμο της επιστροφής. Η ανάμνηση ωστόσο των νικητών θα έμενε για πάντα πίσω στην Ολυμπία: τα ονόματα όλων των ολυμπιονικών θα καταγράφονταν με τη φροντίδα των Ηλείων Ελλανοδικών στα αρχεία, ενώ ο νικητής του αγωνίσματος του σταδίου, ο αντιπροσωπευτικότερος τύπος του αρχαίου αθλητή, θα είχε τη μοναδική τιμή να δοθεί το όνομά του στην Ολυμπιάδα.
Η επιστροφή του ολυμπιονίκη στην πατρίδα του γινόταν μέσα σ' ένα παραλήρημα ενθουσιασμού. Ανεβασμένος σ' ένα μεγαλόπρεπο τέθριππο άρμα έμπαινε στην πόλη, όχι όμως από την πύλη· ένα τμήμα του τείχους κατεδαφιζόταν ειδικά για την είσοδό του. Η συνήθεια αυτή στους παλαιότερους χρόνους, όταν πίστευαν ότι ο νικητής εξομοιωνόταν με τη θεότητα, είχε την έννοια ότι αυτός έμπαινε στην πόλη σαν θεός και όχι σαν άνθρωπος και επομένως χρειαζόταν μια ιδιαίτερη πύλη. Αργότερα άλλαξε το νόημα του εθίμου: καθώς ο άνθρωπος στηριζόταν στις δικές του δυνάμεις για να πετύχει δεν είχε καμιά ανάγκη από την επέμβαση και τη βοήθεια του θείου· έτσι το άνοιγμα στα τείχη σήμαινε ότι η πόλη που γέννησε ένα τέτοιο παλικάρι δεν είχε ανάγκη από τείχη.
Στα μεταγενέστερα χρόνια οι τιμές προς τους νικητές γίνονταν ολοένα και περισσότερες. Η υποδοχή των ολυμπιονικών ήταν ανάλογη με την υποδοχή ενός στρατηγού που γύριζε από νικηφόρα εκστρατεία, γιατί η ολυμπιακή νίκη είχε για τους Έλληνες την ίδια αξία που είχε η νίκη σε μάχη. Την πανηγυρική είσοδο ακολουθούσε η θριαμβευτική πομπή του νικητή μέσα στην πόλη, ενώ τα συγκεντρωμένα πλήθη τον έραιναν με λουλούδια και φύλλα.
Επακολουθούσε μεγάλο εορταστικό συμπόσιο, στο οποίο ο ηγεμόνας της πόλης ή ο νικητής, αν ήταν πλούσιος, προσκαλούσε ένα τεράστιο πλήθος, καμιά φορά και ολόκληρη την πόλη.
Οι τιμές όμως αυτές δεν ήταν τίποτα για τους ολυμπιονίκες μπροστά στην αθανασία που τους εξασφάλιζε η φήμη. Το απλό στεφάνι της ελιάς ήταν το εχέγγυο γι' αυτό.
Δεν είναι επομένως παράδοξο που βασιλιάδες και ηγεμόνες, όμοια με τους κοινούς θνητούς, επιζητούσαν με πάθος να κερδίσουν το τιμημένο στεφάνι, που τους εξασφάλιζε το δικαίωμα να διαιωνίσουν το όνομά τους, ιδρύοντας ανδριάντα στην ιερή Άλτη. Χάρη σ' αυτό θα γινόταν γνωστός όχι μόνο στην εποχή του, αλλά και στους αιώνες που θα ακολουθούσαν, όσο τα πλήθη θα συνέχιζαν να συρρέουν στην Ολυμπία.
Οι τιμές που προσφέρονταν στο νικητή ήταν καμιά φορά και υλικές. Στην Αθήνα ο Σόλων θέσπισε νόμο, με τον οποίο παρεχόταν στον ολυμπιονίκη ένα έπαθλο πεντακοσίων δραχμών (αντιστοιχούσε στο ετήσιο εισόδημα της ανώτερης τάξης των γαιοκτημόνων). Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς πόσο μεγάλη αξία είχε αυτό το έπαθλο.
Τα προνόμια και οι διακρίσεις ποίκιλαν από πόλη σε πόλη. Μια από τις σημαντικότερες διακρίσεις ήταν και η ισόβια σίτιση με δημόσια δαπάνη στο πρυτανείο, διάκριση που τοποθετούσε τους ολυμπιονίκες στην ίδια βαθμίδα με τους σημαντικότερους αξιωματούχους, πολίτες και ευεργέτες της πόλης. Σημαντική ήταν επίσης και η φορολογική απαλλαγή, ατέλεια. Στη Σπάρτη οι ολυμπιονίκες απολάμβαναν το ύψιστο προνόμιο να περιληφθούν στους ομοίους, ιδιότητα που τους επέτρεπε στον πόλεμο να αγωνίζονται στο πλευρό του βασιλιά.

Η αθανασία του νικητή εξασφαλιζόταν και με τους επινίκιους, (τραγούδι ειδικά φτιαγμένο για τη νίκη του ολυμπιονίκη) ωδές δηλαδή που οι νικητές ανέθεταν σε ποιητές να γράψουν γι' αυτούς. Αν μάλιστα είχαν την τύχη να γραφτούν από τον Πίνδαρο ή το Σιμωνίδη, τότε η δόξα τους ήταν αθάνατη. Είναι γνωστές περιπτώσεις που η πατρίδα έκοβε νομίσματα με αφορμή την ολυμπιακή νίκη ενός πολίτη της.


Προηγούμενο Kεφάλαιο Επιστροφή Στα περιεχόμενα Επόμενο Κεφάλαιο